ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΠΤΙΣΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ

                                   Δελτίο Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας (αρ. 29, 2016 - 2019)

                                                                Ευστάθιος Πουλιάσης


Επιμέλεια: Κακαβάκης Βασίλειος

     Ο Ιωάννης Βαπτιστής Θεοτόκης, αποτελεί μία από τις λιγότερο μελετημένες προσωπικότητες Επτανησίων, που συνέδραμαν στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Το όνομα του είναι γνωστό στους ερευνητές της περιόδου κυρίως από την θητεία του ως υπουργού Δικαίου, το διάστημα 1824 - 1825. Πέρα από αυτό οι πληροφορίες για την ζωή και την δράση του είναι διάσπαρτες, παρότι ο ίδιος άφησε πλούσιο αρχείο. Η μοναδική προσπάθεια βιογράφησής του ανήκει στον ιστορικό Σπυρίδωνα Θεοτόκη ο οποίος το 1938 πραγματοποίησε στην Αναγνωστική Εταιρία Κέρκυρας σχετική ανακοίνωση. Το κείμενο της ομιλίας δημοσιεύθηκε στον τοπικό τύπο και αργότερα στα Κερκυραϊκά Χρονικά και μέχρι σήμερα αποτελεί την βασική πηγή στις περισσότερες μεταγενέστερες αναφορές στο πρόσωπο του Ιωάννου Βαπτιστή Θεοτόκη.

     Ο Ιωάννης Βαπτιστής Θεοτόκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1778. Ανήκε στον κλάδο των Οκταβιανών ή Νταβάντζιο που αργότερα ονομάστηκαν και πολιτικοί, διότι αργότερα ασχολήθηκαν με παρούσα ασχολία. Ο πατέρας του ήταν ο στρατιωτικός Αναστάσιος Θεοτόκης. Από τις λίγες πληροφορίες που διαθέτουμε για αυτόν, πέραν από την σταδιοδρομία του στον βενετικό στρατό, φαίνεται πως είχε αναπτύξει κάποια σχέση με τον Άγγλο φιλέλληνα λόρδο Γκίλφορδ. Τον τελευταίο συνόδεψε από την Βενετία, στην Κέρκυρα το 1791 όταν ο Βρετανός φιλέλληνας επισκέφθηκε για πρώτη φορά το νησί. 

     Για την νεανική ηλικία του Θεοτόκη, οι πληροφορίες είναι περιορισμένες. Σύμφωνα με τον Σπυρίδωνα Θεοτόκη, την περίοδο που ο πατέρας του υπηρετούσε ως στρατιωτικός στη Βενετία, ο γιός του ζούσε μαζί του εκεί. Όταν όμως διορίστηκε στρατιωτικός και πολιτικός διοικητής στο Βουθρωτό, ο Ιωάννης Βαπτιστής που ήταν τότε έντεκα ετών επέστρεψε στην Κέρκυρα. Εκεί όπως αναφέρεται συνέχισε την εκπαίδευση του σε σχολείο Λατίνων κληρικών. Στα δεκατέσσερά του, το 1792, κατατάχθηκε στο σώμα των Δαλματών του βενετικού στρατού. Τη στρατιωτική του σταδιοδρομία συνέχισε και μετά την άφιξη των δημοκρατικών Γάλλων στα Ιόνια Νησιά, οπότε και χρημάτισε διερμηνέας του στρατηγού Chabot. Παράλληλα, το διάστημα αυτό φαίνεται να συμμετέχει στις λέσχες των Ιακωβιανών, που ιδρύθηκαν στο νησί και υπήρξαν πυρήνας διάδοσης επαναστατικών ιδεών. 

      Στη διάρκεια της Επτανήσου πολιτείας διετέλεσε αρχικώς υπολοχαγός, ενώ αργότερα ανέλαβε την θέση του υπασπιστή του ηγεμόνα Σπυρίδωνος Γεωργίου Θεοτόκη. Το 1801 θα ταξιδέψει από κοινού με τον Ιωάννη Καποδίστρια στην Κεφαλλονιά για την αντιμετώπιση ταραχών που είχαν ξεσπάσει στο νησί. Σε σχετική με τα γεγονότα έκθεση του Ιωάννου Καποδίστρια ως επιτρόπου της Επτανήσου Πολιτείας προς τον ηγεμόνα, τονίζεται η γενναιότητα του λοχαγού Θεοτόκη. Μετά την παραχώρηση των Ιονίων Νήσων στον Ναπολέοντα, ο Θεοτόκης παρέμεινε στην Κέρκυρα, όπου παντρεύτηκε το καλοκαίρι του 1808 την κόρη του Σπυρίδωνος Μάρμορα, Αγγελική. Μαζί της απέκτησε πέντε παιδιά: τον Ερρίκο, τον Νικόλαο, τον Σπυρίδωνα, την Μπελίνα και μία ακόμη κόρη το όνομα της οποίας δεν είναι καταγεγραμμένο. Γνωρίζουμε πως ήταν μυημένος στον τεκτονισμό. 

     Το όνομά του δεν απαντά σε κανέναν από τους γνωστούς καταλόγους των μελών της Φιλικής Εταιρίας Κέρκυρας, όμως οι μεταγενέστεροι ιστορικοί, όπως ο Λαυρέντιος Βερονίκης και ο Σπυρίδωνας Θεοτόκης, θεωρούν βέβαιη την μύησή του. Αναλύοντας τις συναναστροφές του, καταλαβαίνουμε ότι ήταν σύμφωνος με τα επαναστατικά μηνύματα της εποχής του. Ο Ιωάννης Βαπτιστής, στις 15 Νοεμβρίου 1821, παρά τις απαγορεύσεις της βρετανικής κυβέρνησης, διέφυγε κρυφά από το Καρδάκι της Κέρκυρας με προορισμό την Πάργα και μέσω αυτής στην Άρτα με τελικό προορισμό το Μεσολόγγι, με σκοπό να συναντήσει τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και να πάρει μέρος στην Ά Εθνοσυνέλευση η οποία διεξάχθηκε στην Πιάδα ( Νέα Επίδαυρος ). Στην Εθνοσυνέλευση γνώρισε αρκετές σημαντικές προσωπικότητες μεταξύ αυτών ήταν και ο Ιωάννης Κωλέττης με τον οποίον είχε πολύ φιλικές σχέσεις μέχρι τον θάνατο του, όπως αναφέρει στο ιταλόγλωσσό του ημερολόγιο, το οποίο σώζεται σε αρχειακούς φορείς σε όλη την Ελλάδα. Η στενή σχέση τους είχε ως αποτέλεσμα την ανάληψη μίας μίας σειράς αξιωμάτων από τον Ιωάννη Βαπτιστή κατά την διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης. Αρχικά, τον Φεβρουάριο του 1822 έως τον Απρίλιο του 1823 ανέλαβε χρέη γενικού γραμματέα στα Μινιστέρια Εσωτερικών και Πολέμου, όπου υπουργός ήταν ο Ιωάννης Κολλέτης, αργότερα υπήρξε επίσης και γενικός Αρμοστής της Αστυνομίας. Από τις επιστολές που έστελνε προς τον Ι. Κωλλέτη, καταλαβαίνουμε ότι το 1824 αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα. Επιπλέον το όνομα του Ιωάννη Βαπτιστή Θεοτόκη, εντοπίζεται και σε ένα βουλευτικό σώμα της εποχής. Τέλος, ανέλαβε υπουργός Δικαίου για μικρό χρονικό διάστημα, αφού στις 7 Αυγούστου 1825 κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία, εξαιτίας της αντίδρασης του στην αίτηση αγγλικής προστασίας, που συντάχθηκε από την επιτροπή της Ζακύνθου και υπογράφηκε από σημαντικές προσωπικότητες του αιώνος και εγκρίθηκε από το Βουλευτικό και Νομοτελεστικό σώμα την 1η Αυγούστου. Η διαφωνία του Θεοτόκη, έγινε γνωστή από μία επιστολή που έστειλε προς τον Ανάργυρο Πετράκη, στην οποία χαρακτήριζε την παραπάνω αίτηση ως συμφωνία για το ξεπούλημα της Ελλάδος. Μετά την σύλληψή του σχηματίστηκε μία επιτροπή απαρτιζόμενη από τρία άτομα, για να διεξάγει την παρούσα δίκη, της οποίας τα πρακτικά διασώζονται στα απομνημονεύματά του. Οι απαντήσεις του δεν φάνηκε να ικανοποίησαν την επιτροπή και για αυτό κατηγορήθηκε ως εγκληματίας κατά της επικρατείας και φυλακίστηκε για τρείς μήνες στο Μπούρτζι. 

     Αφού αποφυλακίστηκε ο Ιωάννης Βαπτιστής Θεοτόκης, προσκάλεσε στο σπίτι του κάποιες σημαντικές προσωπικότητες της επανάστασης, όπως τον Ιωάννη Κολλέτη, τον Παναγιώτη Δημητρακόπουλο, τον Αδάμ Δούκα, τον Ανδρέα Μεταξά και άλλους, για να ιδρύσουν μία μυστική τεκτονική στοά η οποία ονομάστηκε Φιλολάου Εταιρία. Αργότερα, συμμετείχε στην εικοσαμελή επιτροπή της Γ Εθνοσυνέλευσης της Τροιζίνας. Η εκλογή του Ιωάννη Καποδίστρια ως κυβερνήτη της Ελλάδος, ΄ήταν κάτι που που ο Θεοτόκης επιθυμούσε, αφού από τα συγγράμματα του Ι. Βαπτιστή στο προσωπικό του ημερολόγιο αποδεικνύεται η καλή σχέση η οποία διατηρούσαν εφόσον αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ο Ι. Καποδίστριας μόλις έφθασε στην Αίγινα, τον επισκέφθηκε στην οικία του και συζήτησαν για διάφορα προβλήματα που απασχολούσαν τον Καποδίστρια εκείνη την περίοδο. 

     Ύστερα από πολλά χρόνια που πέρασαν και από την λαμπρή πορεία στα δικαστικά αξιώματα που είχε, το 1844 διορίστηκε Γερουσιαστής παραμένοντάς στην ίδια θέση έως και το 1862. Την ίδια περίοδο, μετακόμισε μόνιμα στην Αθήνα αφού ήδη είχε γεννηθεί και ο εγγονός του γιός του πρωτότοκου γιού του Νικολάου, όμως ο Ιωάννης Βαπτιστής είναι ιδιαιτέρα αυταρχικός και συχνά έκανε υποδείξεις τις οποίες ήθελε τα παιδιά του να ακολουθούν. Χωρίς να δίνει πληροφορίες για τον τόπο διαμονής του έως το τέλος της ζωής του (1865).   

(Η παρούσα δημοσίευση, αναρτήθηκε στα πλαίσια της επετείου των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση 1821)

Πηγές: Αναγνωστική Εταιρεία Κέρκυρας (Δελτίο Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας (αρ. 29, 2016 - 2019), Corfu Museum (https://www.corfu-museum.gr/index.php/en/diavaste-perissotera-arthra-gia-istoria/58-historic-notes?start=5)                       

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις