ΚΕΡΚΥΡΑΙΚΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ


Επιμέλεια: Βασίλειος Σ. Κακαβάκης 

Καρναβάλια στην << χώρα >>


Η ονομασία «Καρναβάλι» πιθανόν προέρχεται από τη λατινική φράση «Carnem levare», που σημαίνει

«εξαφάνιση του κρέατος».  


     Τα πολιτιστικά στοιχεία ανάμεσα στην πόλη και την ύπαιθρο του νησιού, μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα,
είναι διαφοροποιημένα, και μόνο η τουριστική ανάπτυξη επιβάλλει σε μεγάλο βαθμό μια «πολιτιστική
εξομάλυνση». Τα τελευταία χρόνια γίνεται προσπάθεια σε πολλά χωριά, και φυσικά στη «χώρα», να
διατηρηθούν και να ανανεωθούν έθιμα τα οποία κινδύνευαν να χαθούν.


Βενετοκρατία

Μέχρι το 1940 το Καρναβάλι στην πόλη έχει ελάχιστα στοιχεία από την αρχαιοελληνική και τη βυζαντινή παράδοση, σε αντίθεση με την ύπαιθρο.
Η πόλη επηρεάζεται καθοριστικά από τον τρόπο ζωής των βενετών αξιωματούχων και ευγενών, με τους
οποίους συγχρωτίζονται και συνεργάζονται τα μέλη του ντόπιου αρχοντολογιού. Στις εκδηλώσεις που
γίνονται σε κλειστό χώρο, οργανώνονται χοροί με μάσκες και ευρωπαϊκές ενδυμασίες. Θαυμάσια
αναπαράσταση του βενετσιάνικου Καρναβαλιού παρουσιάζει ο Διονύσιος Ρώμας στο θεατρικό του έργο
«Ο Καζανόβας στην Κέρκυρα».
Στη Loggia των Ευγενών, η οποία μετασκευάζεται σε θέατρο, στις μέρες του Καρναβαλιού παίζονται
κωμωδίες και όπερες από ιταλικούς θίασους, ενώ στο Πλατύ Καντούνι οργανώνονται αγώνες ιππασίας
και ακοντισμού.


Αλλαγή εποχής


Καρναβάλι στην Κέρκυρα, στα τέλη της Αγγλοκρατίας Από το 19ο αιώνα οι κατώτερες κοινωνικές τάξεις μιμούνται τους ευγενείς στο γλέντι του Καρναβαλιού και μεταμφιέζονται σε κόμητες, κοντέσες, πιερότους και σε άλλα πρόσωπα που τονίζουν την ξενική επίδραση. Σε απεικόνιση του 1860 διακρίνονται τα κατάλοιπα του βενετσιάνικου Καρναβαλιού. Ανάμεσα στους Έλληνες διακρίνονται τουρκαλβανοί, των οποίων η παρουσία στον κερκυραϊκό χώρο είναι έντονη εκείνη την εποχή. Στο γύρισμα από το 19ο προς τον 20ο αιώνα, οπότε οικοδομείται το νέο Δημοτικό Θέατρο, συνεχίζεται η μετάκληση ιταλικών θιάσων που δίνουν παραστάσεις όπερας και οπερέτας στην περίοδο του Καρναβαλιού. Τότε δημιουργούνται και χώροι για χορό και γλέντι, όπως στη Ρολίνα στο Φοίνικα και στο Γυμναστήριο. Μετά το 1950 γίνεται μια προσπάθεια αναζωογόνησης του Καρναβαλιού (ο Καρνάβαλος τότε έρχονταν με καϊκι) και οι εκδηλώσεις πραγματοποιούνται στην Πάνω Πλατεία. Ακολουθεί μια περίοδος ύφεσης των εκδηλώσεων, για να εμφανιστεί ενδιαφέρον εκ νέου μερικά χρόνια μετά τη δικτατορία και να συνεχιστεί μέχρι σήμερα. 1893: Με επίκεντρο την Porta Reale

 

                                    Porta Reale, η κυριότερη πύλη των ενετικών τειχών της πόλης


Στα 1892 το Δημοτικό Συμβούλιο Κερκυραίων, αποφασίζει την κατεδάφιση της Porta Reale, της
σημαντικότερης πύλης των βενετικών τειχών, η οποία σωζόνταν ως τότε. Αιτία: η … κατασκευή
ευρύχωρων δρόμων.
Η κατεδάφιση παίρνει … ταξικό χαρακτήρα καθώς η προσπάθεια διατήρησής της συνδέεται με το
παλιό αρχοντολόι που … ήθελε να θυμάται τις δόξες του. Η προσπάθεια διανοούμενων
(Μάρκος Θεοτόκης, Λ. Βροκίνης, Ι. Ρωμανός και πολλοί άλλοι) μένει χωρίς αποτέλεσμα και ένα
μνημείο φρουριακής αρχιτεκτονικής χάνεται.
Το Καρναβάλι του 1893 η κατεδάφιση γίνεται θέμα από την πλευρά της νεολαίας, η οποία θεωρεί τη
σχετική απόφαση … νίκη των προοδευτικών δυνάμεων της εποχής.

Ο ιστορικός Ι. Ρωμανός



Τελευταία Κυριακή της Απόκριας


Την τελευταία Κυριακή, σε ένα κάρο κατασκευάζεται από χαρτόνι η Porta Reale, σε μικρογραφία την οποία φιλοτεχνούν οι ζωγράφοι Σαμαρτζής και Πιζάνης. Σε ένα δεύτερο κάρο υπάρχει ένας μαθητής μασκαρεμένος σε έναν βωμολόχο τύπο της εποχής, τον Φοράδα. Δίπλα στο κάρο είναι μαθητές μασκαρεμένοι σε Δήμαρχο (τότε ήταν ο Μιχαήλ Θεοτόκης), δημοτικό Συμβούλιο και ένας σε Τονίν Πιέρρη. Το μασκάρεμα είναι τόσο επιτυχημένο ώστε ακόμα και ο πραγματικός Τονίν Πιέρρης, που είχε αγωνιστεί κατά της κατεδάφισης, χειροκροτεί.
Η ομάδα κάνει δύο γύρους μέσα στην πόλη και μετά αναπαριστά με σάτιρα την ιστορική συνεδρίαση
του Δημοτικού Συμβουλίου κατά την οποία αποφασίστηκε η κατεδάφιση της Πύλης.

Αμέσως μετά ο κλητήρας ανακοινώνει την απόφαση και ο μεταμφιεσμένος σε Τονίν Πιέρρη πέφτει
λιπόθυμος, ενώ οι νεαροί μασκαράδες και το πλήθος διαλύουν τη μικρογραφία της Porta Reale. Λίγες
μέρες αργότερα την ίδια τύχη έχει και η πραγματική πύλη.

Παληές Αποκρηές στην Κέρκυρα


LEAD

«… τι θα φορέση η Μαρία, πως θα ντυθή ο Νικολάκης, πως θα στολισθή η εξέδρα…» 




Στα 1949 κυκλοφορεί στην Αθήνα το βιβλίο του Εμμανουήλ Μαυρογιάννη «Κερκυραϊκοί τύποι και
κορφιάτικα έθιμα» με χαρακτηριστικά στιγμιότυπα από την προπολεμική Κέρκυρα.
Ένα από τα κείμενα είναι εξαιρετικά επίκαιρο καθώς είναι αφιερωμένο στις παλιές Απόκρηες, τις
Απόκρηες μιας εποχής που δεν μπορεί ούτε να αντιγραφτεί, ούτε να αναστηθεί για έναν απλό λόγο:
Είναι μια άλλη εποχή.
Η μόνη παρέμβαση στο κείμενο του Μαυρογιάννη ήταν να χωριστεί σε ενότητες προς διευκόλυνση του
αναγνώστη. Η γλωσσική ιδιομορφία και η ορθογραφία παρέμειναν.

Προετοιμασία

Από μήνες ετοιµαζότανε η νεολαία για τις Αποκρηές. Αρσενικοί και θηλυκοί, νέοι, γέροι, πλούσιοι,
φτωχοί, όλοι, την ίδια είχανε επιθυµία, να παρουσιάσουνε κάτι, να συντείνουνε και αυτοί µε την
παρουσία τους εις την επιτυχία τών εορτών. Στα σπίτια, κάθε βράδυ, έδινε κι’ έπαιρνε η συζήτησις. Τι
θα φορέση η Μαρία, πως , θα ντυθεί ο Νικολάκης, πώς θα στολισθή η εξέδρα, τι θα παρασταίνη, που
θα χορέψουνε, εκάνανε το πρόγραµµα µε όλες τις λεπτοµέρειες, προϋπολογισµό και τα τέτοια. Εις τους
διάφορους συλλόγους και φιλαρµονικές τα ίδια. Επιτροπές παντού αλλά όλες κάτω από τη µεγάλη
επιτροπή που είχε τη γενική διεύθυνσι των εορτών, µε πρόεδρο το Δήµαρχο.
Δεν αφήνανε τίποτα στην τύχη. Από που θα έρθη ο Καρνάβαλος, ποιοί θα είναι η ακολουθία του, ο
στρατός, οι επίσηµοι, ποιους δρόµους θα ακολουθήση η ποµπή, και τέλος κάθε σχετικό µε τη δίκη,
καταδίκη και κάψιµο του Καρνάβαλου, την τελευταία βραδυά. Όλα αυτά τα αποφασίζανε εξετάζοντας
και τις µικρότερες λεπτοµέρειες από καιρό και όταν εξηµέρωνε η πρώτη Κυριακή όλα ήτανε έτοιµα.


Στο δρόμο

Χιλιάδες λαός, οι φιλαρµονικές, όλοι, µικροί και µεγάλοι, επεριµένανε τον Καρνάβαλο που έφθανε
αυτός και η ακολουθία του µε τις βάρκες, στολισµένες για την περίστασι - έβγαινε στη Βασιλική
προκυµαία, ανέβαινε στα Μουράγια, περνώντας µέσα από διπλη σειρά στρατιώτες µε Μεσαιωνικές
στολές του θεάτρου, λόγοι, προσφωνήµατα, χαιρετισµοί, γέλοια, χειροκροτήµατα και όταν ετελείωνε η
παρέλασις αρχίζανε oι εορτές.
Ή Κάτω Πλατεία, στολισµένη µε σηµαίες, δάφνες, πρασινάδες, λουλούδια, µε µια σειρά απο µικρες
εξέδρες- όλες οι πλούσιες οικογένειες εφιλοδοξούσανε να κάµουνε την καλλίτερη για τα παιδιά τους.
Ένας έφτειανε µια βάρκα, άλλος ένα µεγάλο ψάρι, άλλος ελέφαντα, έναν εξώστη, ένα αερόστατο- όλες
φορτωµένες άνθη, στεφάνια κ.τ.λ. Δεκάδες αµάξια µε µικρούς µασκαράδες ανεβαίνανε και
εκατεβαίνανε στον Λιστόν. Ήτανε η µόνη περίστασι που επιτρέπανε στα τετράτροχα να περάσουνε από
το ιερό αυτό των Κερκυραίων, εκεί όπου χτυπάει για πρώτη φορά όλων, αρσενικών και θηλυκών,
η καρδούλα. Χαρτοπόλεµος, λουλούδια, χαρτάκια χρωµατιστά, φωνές, γέλοια, πηδήµατα, αστεία που
δεν είχανε τελειωμό.


Ώσπου να νυχτώσει

Η µία κατόπι της άλλης επερνούσανε οι σάτυρες. Εσατυρίζανε όλους και όλα. Το Δήµαρχο, το
δηµοτικό συµβούλιο, τους ιδιώτες, τους καλογέρους και οι πιο επιτυχηµένες σάτυρες επαίρνανε
βραβεία από την επιτροπή των εορτών. Αλησµόνητη έµεινε η σάτυρα της συνεδριάσεως του δηµοτικού
συµβουλίου που αποφάσισε το γκρέµισµα της Πορταριάλας, µε εκείνους που εκάνανε τον Πολίτη και
τους άλλους δηµοτικούς συµβούλους, απάνω στα κάρρα. Ποιός είδε και θα ξεχάση ποτέ το µακαρίτη
τό Σιορ Κέκκο Νεράντση που εκανε τη δεσποινίδα Δραγισέβιτς, κουνώντας τον αµελέτητο, αερίζοντας
το πρόσωπο µε το ριπίδιο και µη παύοντας.να λέη όπως εκείνη. Ήτανε αµίµητος! πόσοι και πόσες δεν
εµουσκεύανε τα βρακιά τους βλέποντάς τονε.
Όλο το απόγευµα εδιασκεδάζανε τα παιδιά στους δρόµους και στις Πλατείες, και όταν ενύχτωνε
αρχίζανε οι χοροί. Εχορεύανε σε τέσσερα πέντε χοροδιδασκαλεία, στις φιλαρµονικές, στην αναγνωστική
εταιρία, στα διάφορα σπίτια, παντού.


Από το καλοκαίρι

Στις δεκαπέντε αυτές ηµέρες τι δεν εγενότανε! Αρχίζανε οι γνωριµίες το Καλοκαίρι, στις Σπιανάδες ή
στη Γαρίτσα, όλο το Χειµώνα ελατρεύανε τον έρωτα, τον πλατωνικό, µατιές, γραµµατακια, λόγια και
χαµόγελα από τα παράθυρα, όταν δε εφθανανε οι Αποκρηές κρυµµένοι οπίσω από µια προσωπίδα,
στην αγκαλιά ο ένας του αλλουνού, εστριφογυρίζανε, και το στριφογύρισμά τους δεν είχε τέλος. Έτσι
αρχίζανε και εφθάνανε πολλές φορές κάπως µακρυά, για την εποχή εκείνη βέβαια. Δεν ήτανε
διασκέδασις αλλά πανζουρλισμός. Μεγάλοι και μικροί επεριμένανε τις Αποκρηές για να το ρίξουνε
εξω.


Τελευταία Κυριακή

                                 

Την τελευταία Κυριακή εγενότανε η δίκη, καταδίκη και εκτέλεσις του Καρνάβαλου. Με πρόεδρο,

εισαγγελέα, ενόρκους και μάρτυρες, εν τάξει. Τότε άκουες ένα μάρτυρα που αφού ωρκιζότανε ότι θα τα
πη όλα «χωρις φόβον και πάθος» αράδιαζε πόσα κακά και ολέθρια εγινήκανε από τη στιγμή που πάτησε
ο Καρνάβαλος το πόδι του στην Κέρκυρα. Πόσα κορίτσια εφιληθήκανε, πόσα επαραστρατήσανε, πόσοι
νέοι τα εκάμανε θάλασσα, τι χρήματα εξοδευτήκανε, πόσοι γέροι εξεχάσανε τα άσπρα τους μαλλιά και
γερόντισσες που έχουνε εγγόνια της παντριάς, ότι αγκαλιαστήκανε ή ετσιμπηθήκανε οπίσω από τις
πόρτες. Ποιες αδικήσανε τους άντρες τους, και πόσοι καλοί οικογενειάρχες ετριγυρίζανε μέρα νύχτα με
τις βρωμούσες. Άλλος εφώναζε ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε τη χαρά και την ευθυμία που μας έφερε ό
Καρνάβαλος, τα χρήματα που εβγήκανε απο τα καλοκλειδωμένα κιβώτια των Αρχόντων και τα
εκερδίσανε οι φτωχοί, τις φιλίες, τα αρραβωνιάσματα και όλα τα άλλα καλά του. Στο τέλος εμιλούσε,
ο εισαγγελεύς, και οι ένορκοι εκαταδικάζανε τον άτυχο Καρνάβαλο να καή ζωντανος-για να πληρώση
και αυτός τις αμαρτίες των άλλων όπως γίνεται παντού και πάντοτε-του εβάνανε φωτιά και όταν
εσβήνανε οι τελευταίες σπίθες εδένανε όλοι τις προσωπίδες οπίσω από το κεφάλι τους, και με γέλοια,
φωνές, χοροπηδήματα και τα απαραίτητα, «Και του χρόνου να είμαστε καλα» εγυρίζανε στα σπίτια
τους ευχαριστημένοι και αισιόδοξοι, την ώρα που απάνω από τις κορυφές του παλαιού Φρουρίου
άρχιζε, χαϊδεύοντας με τα θεία της δάχτυλα, να ροδίζη τον ουρανόν η Αυγή.
Έτσι επερνούσανε τις Αποκρηές στην Κέρκυρα τα παλαιά περασμένα αλλά αλησμόνητα εκείνα καλά
χρόνια.




Τέλος Καρναβαλιού


Αποκριάτικα στιγμιότυπα


Το κείμενο του Μαυρογιάννη που δημοσιεύσαμε το περασμένο Σάββατο μας έδωσε μια εικόνα του μεσοπολεμικού Καρναβαλιού στην πόλη της Κέρκυρας. Το Καρναβάλι στην ύπαιθρο είχε και έχει τελείως διαφοροποιημένα έθιμα από της πόλης.
Στα πρώτα και πολύ δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια οι εκδηλώσεις στην πόλη είναι από ισχνές έως
ανύπαρκτες καθώς πέρα από την οικονομική κατάσταση απαγορεύεται και η προσωπιδοφορία για
«λόγους δημόσιας τάξης και ασφάλειας» (μην ξεχνάμε ό τι ο Εμφύλιος μόλις έχει λήξει).
Γύρω στα 1950 το κερκυραϊκό Καρναβάλι ξεκινά μια σταδιακή αναζωογόνηση η οποία φθάνει στο
μέγιστό της στη δεκαετία 1980-1990. Στη συνέχεια ακολουθεί φθίνουσα πορεία για να φθάσει με τη
συνδρομή και της οικονομικής κρίσης στη σημερινή κατάσταση.


Στα 1954
                                     


Εκείνη την εποχή, ο Καρνάβαλος φθάνει δια θαλάσσης και αποβιβάζεται στο Παλιό Λιμάνι, ενώ το γλέντι γίνεται στη Σπιανάδα. Ο αθηναϊκός τύπος προβάλλει τα Καρναβάλι της Πάτρας αλλά ταυτόχρονα κάνει αναφορές και σε άλλες πόλεις. Στην Κέρκυρα αναφέρεται η αθηναϊκή «Ελευθερία» στο φ. της 2ας Μάρτη 1954 γράφοντας:

«Χθες το απόγευμα ήρχισαν αι εορταί του Κερκυραϊκού καρναβάλου με την άφιξιν του Καρναβάλου δια
θαλάσσης και την παρέλασιν των αρμάτων εις την πόλιν και τα προάστεια με συμμετοχήν χιλιάδων
κόσμου. Εχειροκροτήθησαν ιδιαιτέρως τα άρματα του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, της
Περιηγητικής Λέσχης και του Ορειβατικού Συνδέσμου.
Αι εορταί θα συνεχισθούν και την προσεχή Κυριακήν.»
Και στο φ. της 9ης Μάρτη σημειώνει η ίδια εφημερίδα:
«Αι εορταί του Κερκυραϊκού Καρναβάλου συνεχίσθησαν και έληξαν την Κυριακήν στεφθείσαι υπό
επιτυχίας. Την παρέλασιν των αρμάτων, το κάψιμο του Καρναβάλου και τα λοιπάς εορτάς
παρηκολούθησαν 20.000 λαού. Το βραβείον της Τοπικής Επιτροπής Τουρισμού δια το καλύτερον άρμα
απενεμήθη εις το άρμα του Ορειβατικού Συνδέσμου. Έπαινος απενεμήθη και εις το διαφημιστικόν άρμα
της Ελαιουργίας Κέρκυρας.
Οι αποκρηάτικοι χοροί εσημείθωσαν εφέτος μικρότερον από πέρυσι κίνησιν. Η μέση κατ’ άτομον
κατανάλωσις δεν υπερέβη τας 10.000 δραχμάς».


Πειρατές και … ρεντίκολα

Στις εκδηλώσεις του 1960 εμφανίζεται ένα «πειρατικό καράβι» με πλήρωμα μεγάλο μέρος του χωριού Κατσελλάνοι Μέσης όπου και κατασκευάστηκε. Την ιδέα της…. ναυπήγησης έχει ο Κώστας Πανάρετος και την υλοποίηση ανέλαβε ο Παναγιώτης Παγκράτης. Όταν το σκάφος … καταπλέει στο Σαρόκο, κάνει μία σύντομη στάση, δύο πειρατές κατεβαίνουν και … απαγάγουν μια κοπέλα από τους θεατές.
Είκοσι χρόνια αργότερα και ενώ η πόλη μας … συνταράσσεται από μουσικές διαμάχες, εμφανίζεται
στην καρναβαλίτικη παρέλαση του1980 η «Μπάντα ντι ρεντίκολο» εκτελώντας τη «Συμφωνία σε Φα
καναλέτο». Είναι ακόμα εποχή με άφθονο χιούμορ και σατιρική διάθεση.


Οι … κόντηδες
                                      

Στην καρναβαλίτικη παρέλαση του 1981 εμφανίζονται οι «Κόντηδες τση Κέρκυρας». Στο Libro d’ oro περιλαμβάνονται τα ονόματα: Μπουγάδας, Πινέλος, Μπουρδέτος, Ντε-Κάκας, Λαμαρίνας, Μπρόκολος, Κορτάκιας, Γρίτσης, Κολάρος, Καφάσης, Κανάτας, Περφουμας, Σπαγέτος.

«Εγκύκλιος παραινετική»

Η Εκκλησία ήταν πάντα αντίθετη με την πραγματοποίηση των καρναβαλικών εκδηλώσεων και κάποιες
φορές οι αντιπαραθέσεις οξύνονταν χωρίς όμως να επηρεάζουν τις εκδηλώσεις. Χαρακτηριστική είναι η
611/152/18-2-1962 δισέλιδη εγκύκλιος του τότε μητροπολίτη Μεθόδιου που στάλθηκε από την Αθήνα
για να διαβαστεί στις εκκλησίες του νησιού. Μικρό της απόσπασμα παραθέτουμε με την παρατήρηση
ότι για να την κατανοήσουμε πρέπει πρώτα να καταλάβουμε το κοινωνικό κλίμα της εποχής εκείνης.

Αφού αναφέρεται στα Διονύσια των αρχαίων Ελλήνων και στα Σατουρνάλια των Ρωμαίων, συνεχίζει ο
τότε μητροπολίτης «…Η εποχή όμως εκείνη ωχριά εξ εντροπής, απέναντι της απρεπείας της τωρινής
εποχής, εικοστού αιώνος του Χριστιανισμού, διότι αντιθέτως προς την επιστημονικήν επίδοσιν και
πρόοδον, καταβάλλεται πάσα προσπάθεια, προς συναρπαγήν του ατόμου και της οικογενείας εις
διασκεδάσεις απρεπείς. Κατά αλήθειαν δε εις οργιαστικόν ξέσπασμα κατά της ηθικής, εις συναρπαγήν της
κοινωνίας. Δεν πρόκειται περί αρνήσεως της διασκεδάσεως και της εξ αυτής χαράς, διότι δεν υπάρχει
άγνοια ότι η χαρά είναι ανάγκη της ζωής. Αλλά την πραγματικήν χαράν προς τόνωσιν της ζωής, την
παρέχει μόνον η σεμνοπρεπής διασκέδασις, η οποία μόνη γνωρίζει να σέβεται και στηρίζη την
ευπρέπειαν, …» »

--
Οι δημοσιευόμενες φωτογραφίες προέρχονται από η συλλογή του συμπολίτη Σπύρου Γαούτση
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ της Κέρκυρας. 
Ευχαριστούμε τον κ. Γιώργο Ζούμπο, δρ. Ιστορίας Ιονίου Πανεπιστημίου, Διευθυντή 2ου Λυκείου Κέρκυρας, Μαθηματικό.




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις