Η ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΑΦΙΕΣ

                            Δελτίο Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας (αρ. 29, 2016 - 2019)

                                                          Νίκος Κ. Κουρκουμέλης


Επιμέλεια: Κακαβάκης Βασίλειος 

     Η διάδοση του μυστικού της Φιλικής Εταιρείας και η εγκατάσταση του συνωμοτικού μηχανισμού στην Κέρκυρα και τα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου έγινε από τον Αριστείδη Παπά λίγους μήνες πριν από δύο σημαντικά για την τοπική ζωή γεγονότα: την άφιξη στην πρωτεύουσα του βρετανικού προτεκτοράτου << Ιόνιο Κράτος >> του γραμματέα - σύμβουλου του Τσάρου για της εξωτερικές υποθέσεις, Ιωάννη Α. Μ. (Αντωνομαρία) κόμη Καποδίστρια και τη μετακίνηση στην Κέρκυρα και τους Παξούς των κατοίκων της Πάργας, μετά την παραχώρησή της στον πασά των Ιωαννίνων Αλή από τον λόρδο Ύπατο Αρμοστή των Ιονίων Νήσων Μαίτλαντ. Η βρετανική φρουρά και όσοι από τον πληθυσμό είχαν απομείνει, μεταφέρθηκαν με την φρεγάτα << Γλασκώβη >> στις 10 Μάϊου 1819, μία εβδομάδα πρίν την αποχώρηση του Καποδίστρια.

     Ο Αριστείδης με την ιδιότητα του << αποστόλου >> κατάφερε να κατηχήσει σε ένα περιβάλλον ισχυρά αστυνομευόμενο από την εντεταλμένη για την προστασία του καθεστώτος << Υψηλή Αστυνομία >> στις 5 Ιανουαρίου 1819, τους Βιάρο Καποδίστρια, Αντώνιο Μαρία Καποδίστρια και Κωσταντίνο Γεροστάθη και ακολούθως να έρθει σε επαφή με τους επικεφαλής των προσφύγων Σουλιωτών και άλλους παρεπιδημούντες Έλληνες, κυρίως αρματολούς. Γράφει σχετικά στον Χριστόδουλο Πρινάρη στις 10 Ιανουαρίου 1819: << Προ πολλού σας εφανέρωσα, ότι ενεχείρισα τα βιβλία τω κυρίω Αθανασίω Σγούρω και δια περισσοτέραν βεβαιότητα σας έστειλα και τον κατάλογον. Προς το παρόν θα σας ειδοποιώ ότι ετελείωσα όλον εκείνον, δια το οποίον ήλθον. Εις το εξής θέλετε γνωρίση ενταύθα αντ εμου τον κόντε Βιάρο Καποδίστρια και τον κύριον Κωσταντίνον Γεροστάθην, με τους οποίους ημπορείτε να αχίσητε την αλληλογραφίαν κατά το εγνωσμένων τρόπον. Διορίζονται ενταύθα δύο επιστημότεροι από τους ενταύθα από τους ενταύθα ευρισκομένους Αλβανίτας δια να απεράσουν εις Μορέαν, ενθαενεργησώσι περί των κοινών συμφερόντων καθώς εδιορήσθησαν και καθώς αι περιστάσεις απαιτούν. Εγώ αναχωρώ εις Παξούς, εκείθεν εις Λευκάδα και ακολούθως εις Ζάκυνθον >>. Σύμφωνα με τον προγραμματισμό του κατήχησε στους Παξούς, στα μέσα Ιανουαρίου, τον Γεώργιο Λουρόπουλο, στη Λευκάδα ήρθε σε επαφή με τους ήδη μυημένους Άγγελο Σούνδια, Μιχαήλ Σικελιανό και Ιωάννη Ζαμπέλιο και τα τέλη Μαρτίου έφθασε στη Ζάκυνθο. Εκεί, μετά 1η Απριλίου 181, με σύσταση του ενθουσιώδους Φιλικού και δασκάλου Θεοδόσιου Δημάδη που παρεπιδημούσε στην Κέρκυρα, κατήχησε τον Διονύσιο κόμη δε Ρώμα και ον Αναστάσιο κόμη Φλαμπουριάρη, και συνάντησε τον ήδη μυημένο από τον Νικόλαο Πάγκαλο, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τους αποστρατευμένους από α βρετανικά συντάγματα οπλαρχηγούς. Συνέχισε στην Πάτρα όπου κατήχησε τον πρόξενο της Ρωσίας Ιωάννη Βλασσόπουλο και τον γραμματέα του Ιωάννη Παπαρηγγόπουλο, ενώ από τον Ιούνιο εγκατέστησε Εφορίες στην Σμύρνη τη Σάμο και η Χίο. Αρχές του Νοεμβρίου 1819 λογοδότησε στην Κωνσταντινούπολη. Τον Ιανουάριο 1821 ανέλαβε να μεταφέρει επιστολές του Υψηλάντη και να ενημερώσει τον Σέρβο επαναστάτη Μίλος Ορβενόβιτς, αλλά κοντά στο Άδα Καλέ ( μεταξύ Ρουμανίας Σερβίας ) προδόθηκε, στις 15 / 27 Φεβρουαρίου, βασανίστηκε και αργότερα εκτελέστηκε από τις οθωμανικές αρχές σε ηλικία 38 ετών. 

     Προς το τέλος του 19 ου αιώνα ο Βρονίκης έδωσε μία ευρύτερη εικόνα της εταιρίας στην Κέρκυρα, συναριθμώντας: τους κομήτες: << κομήτες Ιωάννη Βιάρο και Αυγουστίνο Καποδίστρια, Ιωάννα Γενατά, Ιωάννη - Βαπτιστή Θεοτόκη και τον συνταγματάρχη Νικόλαο κόμη Πιέρη >>. Όμως ο Βρονίκης υπερβάλλει. Ο Καποδίστριας διαφωνούσε πάντα για τις μυστικές εταιρίες κι είχε αρνηθεί δύο φορές να αναλάβει την ηγεσία της Φιλικής, που του προσφέρθηκε, όχι γιατί δεν ενέκρινε την επαναστατική προοπτική, όπως υποστηρίζεται, αλλά γιατί γνώριζε τον αμφίθυμο χαρακτήρα του τσάρου, τη διστακτικότητα και την αποφασιστικότητά του. Άλλωστε, κατά τον Αρς, ο Ρώσος αυτοκράτορας μέσω των αστυνομικών υπηρεσιών του ήταν ήδη ενήμερος για την ύπαρξη ελληνικής μυστικής εταιρείας. Ο διπλωμάτης Καποδίστριας θεωρούσε πως στην δύσκολη λόγω της Ιεράς Συμμαχίας διεθνή συγκυρία, για να βοηθήσει αποτελεσματικότερα την ελληνική υπόθεση έπρεπε να είναι δίπλα στον τσάρο, που αποτελούσε ένα από τα ισχυρότερα κέντρα αποφάσεων και όχι σε μία επαναστατική κυβέρνηση. Γι΄ αυτό άλλωστε, δεν ενθάρρυνε και τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος όμως θεωρούσε μέχρι τέλους ότι τον είχαν παγιδεύσει. Στις τρείς επιστολές που έστειλε ο Καποδίστριας από τον Λαίμπαχ στον Διονύσιο κόμη δε Ρώμα (24 - 1 - 1821, 6 - 4 1821 και 2 -5 - 1821), αλλού προφασίζεται << μικρά γνώσι >> των ενεργειών της Φιλικής κι αλλού δηλώνει ευθαρσώς << εγώ δεν είμαι μεμυμένος, ούτε δύναμαι να είμαι >>,  τη στιγμή πυ είναι γνωστό πως είχε πλήρη πληροφόρηση από τον Γαλάτη, τον Σκουφά και τις μυστικές υπηρεσίες. 

     Από τα απομνημονεύματα των αγωνιστών, άλλες διαμεσολαβημένες πληροφορίες και νεότερες έρευνες, στην κερκυραϊκή Εφορία προστίθενται ο Δημήτριος Αρλιώτης, βιογράφος του κυβερνήτη και συνοδευόμενος μαζί του με επιγαμία, ο Αθανάσιος Πολίτης, ο Νικόλαος Γερακάρης , ο Γεράσιμος Πιτσαμάνος, ο Σπυρίδων Δήμας και ο Άγγελος Χαλικιόπουλος. Αδιευκρίνιστη παραμένει η ημερομηνία μύησης του Ιωάννη Κεφαλά, που υπήρξε σημαντικό μέλος της Εφορίας και βασικός σύνδεσμος με τους Παργινούς και τους Σουλιώτες, του Θεοδοσίου Δημάδη που συνέστησε τον Διονύσιο κόμη δε Ρώμα, των Άγγελου Σούνδια, Μιχαήλ Σικελιανού και Ιωάννη Ζαμπέλιου, που μετέδωσαν το << μυστικό >> στην Λευκάδα του Χριστόφορου Λαβράνου, που συνεργάστηκε σε τραπεζικές εργασίες με την Εφορίακαι των αγωνιστών Σπυρίδωνα Σωνιέρου, Χριστόδουλου Προφάντη και Ιωάννη Μελά, για τους οποίους υπάρχουν πληροφορίες συμμετοχής στο αρχείο αγωνιστών της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Σύγχηση επίσης προκαλεί η σχετική αναφορά του Νικόλαου Κασομούλη, καθώς αυτή δεν αφορά την αρχική Εφορία της Φιλικής Εταιρίας στην Κέρκυρα αλλά την υποστηριακή επιτροπή αγωνιστών της Επανάστασης 182, στην οποίαν μετασχηματίστηκε η Εφορία μετά την έκρηξη της Επανάστασης: «[Οι Σουλιώται] εις Κορυφούς εκατοικούσαν <έως τότε> και από εκεί η Επιτροπή <της εκεί συστημένης> Ελλ. Εταιρείας τους επλήρωνε ανά 12 δίστηλα και τους έβγαζεν εις την Ελλάδα από εκεί μυστικώς από την εκεί <Αγγλικήν> Κυβέρνησιν και με αδρά έξοδα. Η Επιτροπή συνίστατο από τον Βιάρον Καποδίστριαν, Κωνσταντίνον Μόστραν, Κωνσταντίνον Γεροστάθην, <και> γραμματέαν τον Μιχαήλ Σικελιανόν και υπογραμματέαν τον Αναγνώστην (Γεώργιον) Μόστραν». Η συγκεκριμένη επιτροπή έχει την ιδιαιτερότητα ο μόνος Κερκυραίος να είναι ο Βιάρος Καποδίστριας και όλοι οι άλλοι να είναι Ηπειρώτες, συνδεόμενοι μάλιστα με συγγένειες. Σε αυτήν είναι φανερός ο κυρίαρχος ρόλος του τραπεζίτη Κωνσταντίνου Ευστ. Γεροστάθη, καθώς, εκτός της αναγνώρισής του από την κεντρική διοίκηση και των οικονομικών εισφορών του,34 είχε στελεχώσει την Εφορία με πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντός του, τα οποία εξ αρχής μετείχαν στην Εταιρεία: ο Φιλικός Μιχαήλ Σικελιανός είχε νυμφευθεί την ανιψιά του Ελένη, θυγατέρα της αδελφής του Ευφροσύνης και του Νικολάου Μαυρομμάτη, που ήταν οι γονείς και της Ασπασίας, συζύγου Δημητρίου Κόνδαρη, ενώ οι συνεργάτες του και συγγενείς του Κωνσταντίνος και αναγνώστης Γεώργιος Μόστρας ήταν τα αδέλφια του Δημητρίου Μόστρα, γραμματέα του μητροπολίτη Άρτης (αργότερα Ουγγροβλαχίας) Ιγνάτιου, φίλου του Ιωάννη Καποδίστρια. Μάλιστα, για την απελευθέρωση των οικογενειών των τελευταίων ο Καποδίστριας είχε αλληλογραφήσει με τον Αλή πασά.35 Σημαντική επίσης υπήρξε η υποστήριξη που παρείχε ο έμπορος Γεώργιος Μελάς, πατέρας του Λέοντος (του συγγραφέα του ηθικοπλαστικού μυθιστορήματος «Ο Γεροστάθης», που χρησιμοποιήθηκε ως διδακτικό βιβλίο και ανέθρεψε γενεές Ελλήνων), ο οποίος και ανατράφηκε στην Κέρκυρα από τον Κωνσταντίνο Γεροστάθη. Αν και υπάρχουν κάποιες ενδείξεις, δεν είμαστε σε θέση σήμερα να αποδείξουμε τη συμμετοχή των μεγάλων Ηπειρωτών δασκάλων που έζησαν στην Κέρκυρα: του παπά Ανδρέα Ιδρωμένου, του Αθανάσιου Ψαλίδα, του Νικόλαου Μαυρομμάτη. Των δο πρώτων όμως είναι γνωστές οι οικονομικές συναλλαγές με τον Γεροστάθη και του τρίτου προαναφέρθηκε η συγγένεια.36 Ιδιαίτερη ομάδα αποτελούν οι Κερκυραίοι που μυήθηκαν εκτός Κερκύρας, άλλοι «στα ανατολικά μέρη», στη Ρωσία, τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, την Κωνσταντινούπολη, κι άλλοι στα δυτικά, την Ιταλία και τη Γαλλία:37 ο γιατρός Επαμεινώνδας Μαυρομμάτης,38 γιος του Καθηγητή Νικολάου Μαυρομμάτη, ανιψιός του Γεροστάθη,39 ο συνταγματάρχης Ιάκωβος κόμης Βούλγαρις40 (γιος του γνωστού κολονέλλου Νικόλαου), οι χοι αδελφοί Σπυρίδων41 και Γεώργιος Παπαδόπουλος,42 ο διπλωματικός υπάλληλος Κωνσταντίνος Καντιώτης (που ανήκε στο άμεσο περιβάλλον του Καποδίστρια)43 και ο αδελφός του Αλοΐσιος (Αλεβίζος),44 ο Ιωάννης Μαμουνάς,45 ο Ιωάννης Λιπεράκης,46 ο Σπυρίδων Βασ. Παπακίνωφ,47 ο Στ. Ιωάννου Σαγιαδινός,48 ο Σταμάτιος Βούλγαρης.49 Επίσης, οφείλουμε να αναφερθούμε στους Παξινούς Φιλικούς, τους οποίους προσέγγισε μετά τη μύησή του ο Πρεβεζιάνος (πρόσφυγας από το 1808) Γεώργιος Λουρόπουλος (Πρέβεζα 1785-1850),50 σύζυγος της Άννας Αθανασίου Βελιανίτη (του Θωμά): πρόκειται για τους Δημάκη Γερόλυμου Βελλιανίτη, Σταμάτιο Ρωμάνο,51 Θεόδωρο Βελλιανίτη, Αναστάσιο Βελλιανίτη, Ιωάννη Αρώνη.52 Όπως είναι φανερό, οι πυλώνες της Φιλικής στην Κέρκυρα ήταν τρεις: περί τον Βιάρο κόμη Καποδίστρια (Κερκυραίοι), περί τον Κωνσταντίνο Γεροστάθη (Ηπειρώτες) και περί τον Ιωάννη Κεφαλά (Σουλιώτες-Παργινοί).53 Όμως, καθώς τα χρονικά περιθώρια της σημερινής συνάντησής μας δεν επιτρέπουν εκτενείς προσεγγίσεις, θα αναφερθούμε εδώ μόνον στον Γεροστάθη. Ο Γεροστάθης γεννήθηκε στο Κομπότι της Άρτας και ήταν γιος του προεστού Ευστάθιου Γεροστάθη, τον οποίο δολοφόνησαν το 1807 όργανα του Αλή πασά.54 Διωκόμενος κατέφυγε με τους αδελφούς Μόστρα στην Κέρκυρα τον ίδιο χρόνο, όπου και εξελίχθηκε στον μεγαλύτερο «τραπεζοοικονομικό» παράγοντα της εποχής του. Διέθεσε μεγάλα ποσά για την ενίσχυση του αγώνα και μαζί με τον Βιάρο Καποδίστρια εξασφάλισαν την απο στολή εφοδίων στην επαναστατημένη Ελλάδα, την περίθαλψη προσφύγων και την εξαγορά αιχμαλώτων.55 Κατά την περίοδο της Ελληνικής Πολιτείας ο Κυβερνήτης τού ανέθεσε την αποστολή της δημιουργίας Ελληνικής Τράπεζας, που δεν πρόλαβε να υλοποιήσει εξ αιτίας της πολιτειακής αλλαγής που ακολούθησε μετά τη δολοφονία του. Η σχέση του Γεροστάθη με την οικογένεια Καποδίστρια και οι αγώνες του αποκαλύπτονται από την αλληλογραφία του, που τηρείται στο Αρχείο του Ιωάννου Καποδίστρια.

     Σύμφωνα με τα αποβιωτήρια του Ληξιαρχείου,57ο Κωνσταντίνος Ευσταθίου Γεροστάθης, Έμπορος, 100 ετών και άγαμος, πέθανε στις 22 Ιουνίου 1870, κηδεύτηκε από τον Ιερό Ναό Παναγίας των Ξένων και ετάφη στο κοιμητήριο του Αγίου Σπυρίδωνα Σαρόκου. Το ταφικό μνημείο του παραχωρήθηκε το 1972 από την εκκλησιαστική επιτροπή στην τότε κοινότητα Κομποτίου και σήμερα είναι τοποθετημένο κοντά στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου, ο οποίος κτίστηκε το 1741 από τον πατέρα του. Με τη διαθήκη του (συντάχθηκε στις 21 Ιουνίου 1862 από τον συμβολαιογράφο Κερκύρας Γεράσιμο Λιόπουλο: «Εν τη οικία του κυρίου Ανδρέου Κοράγιου κειμένην εν τη πόλει ταύτη εν αρχή της οδού Καποδιστρίου και διακεκριμένη διά του αριθμού 1366») δημιουργήθηκε κληροδότημα με τις μετοχές του σε τράπεζες και εταιρείες υπέρ της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρίας58 για τις σπουδές στο Παρθεναγωγείο της Κέρκυρας μιας φτωχής νέας, διακρινόμενης για την ευφυΐα της, και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ενός φτωχού νέου με ευφυΐα, κατά προτίμηση από το Κομπότι, την Περιφέρεια Άρτας, την Ήπειρο ή την Κέρκυρα. Με τη διαθήκη του κληρονόμησε επίσης στην ανιψιά του Ευφροσύνη, σύζυγο του Νικόλαου Μαυρομάτη, την κτηματική του περιουσία στο Κομπότι και ένα εδαφονόμιο που όφειλε να καταβάλει ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης.

    Μετά τη μεταφορά του ταφικού μνημείου του, στην Κέρκυρα δεν υπάρχει καμιά αναφορά στη μνήμη του, όπως άλλωστε δεν υπάρχει και καμιά άλλη ένδειξη της λειτουργίας της Εφορίας της Φιλικής Εταιρείας, με μόνη ίσως εξαίρεση την ύπαρξη του τάφου του αναγνώστη Γεώργιου Μόστρα στην κρύπτη της Ιεράς Μονής Υ. Θ. Πλατυτέρας. Η παράλειψη αυτή αποφασίστηκε από την Αναγνωστική Εταιρεία Κερκύρας να πάψει να υφίσταται, με τη σηματοδότηση του χώρου, όπου συνεδρίαζαν τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας στην Κέρκυρα. Κατά την έρευνα που προηγήθηκε της τοποθέτησης αναμνηστικής πινακίδας ανεφάνησαν τα εξής προβλήματα: από τις κατοικίες των αδελφών Καποδίστρια σήμερα σώζεται μόνον εκείνη του Βιάρου, στην 1η πάροδο Αγίας Θεοδώρας, καθώς του Αυγουστίνου στην Ανουντσιάτα καταστράφηκε με τους βομβαρδισμούς και τον εμπρησμό της 13ης-14ης Σεπτεμβρίου 1943. Από τα συνδεόμενα με τον Γεροστάθη κτήρια, τα οποία διασώζονται, έστω και σε άλλη μορφή, έπρεπε να επιλεγεί το πλέον «επίσημο»: τα τελευταία, τουλάχιστον, χρόνια της ζωής του, όπως προαναφέρθηκε, κατοικούσε στην οδό Καποδιστρίου σε οίκημα ιδιοκτησίας Κοράγιου (προερχόμενο από την προίκα της συζύγου του, κόμισσας Μαμουνά), ενώ μεταξύ εκείνων που χρησιμοποίησε για τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες ήταν και το οίκημα επί των οδών Καποδιστρίου και Αγίων Πάντων, ιδιοκτησίας Βενέδικτου Πιέρη, το οποίο, μάλιστα, μορφολογικά τότε ακολουθούσε άλλα κτήρια της οδού, με το χαρακτηριστικό προστώο. Το κτήριο αργότερα κατεδαφίστηκε και στη θέση του ανεγέρθηκε το σημερινό, ιδιοκτησίας Σπυρίδωνος Μπόντα, στο ισόγειο του οποίου λειτούργησε η εμπορική επιχείρηση Κοράγιου, που είχε ως αποτέλεσμα με αυτό το όνομα να παραμείνει στη συλλογική μνήμη. Ο λόγος, λοιπόν, της επιλογής του κτηρίου της οδού Καποδιστρίου αντί εκείνου της 1ης παρόδου Αγίας Θεοδώρας, που ίσως θα ήταν επιτυχέστερη, είναι προφανής. Προτιμήθηκε η τοποθέτηση της πινακίδας σε ένα ωραίο κτήριο στο σαλόνι της πόλεως, όπου η επίσκεψή της και η υπόμνηση του γεγονότος θα γίνεται συνεχώς και σε πολλούς. 

     Βεβαίως, το ίδιο το ελληνικό κράτος αναγνώρισε τις υπηρεσίες των δύο επιφανέστερων μελών της Φιλικής Εταιρείας στην Κέρκυρα με την απόφαση της 5ης Μαΐου 1827 της Γ΄ Εθνικής Συνέλευσης στην Τροιζήνα, για την αποστολή ευχαριστηρίων στον Βιάρο Καποδίστρια και στον Κωνσταντίνο Γεροστάθη. Το γεγονός όμως αυτό πολύ λίγο διασώζεται στη συλλογική μνήμη. Γι’ αυτό, όσο και να επιτρέπουμε την άποψη ότι επανεκινήθη η υπόθεση της αναγνώρισης του αγώνα της Φιλικής Εταιρείας στην Κέρκυρα με την κατάδειξη των προσώπων που μετείχαν και των μεταξύ τους συναφειών, ενεργή παραμένει η απαίτηση προσδιορισμού της δραστηριότητας των μελών της κερκυραϊκής Εφορίας και της σύνθεσής της. Ας ευχηθούμε στο πλαίσιο των εορτασμών των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση η έρευνα να μας οδηγήσει σε στέρεα συμπεράσματα. 

(Η παρούσα δημοσίευση, αναρτήθηκε στα πλαίσια της επετείου των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση 1821) 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις